- – του Γ. Αθανάσαινα
- – Ιατρού (Π.Ν.) (εα).
- – Ιατρικό Περισκόπιο 3 (1994) 47-51.
Το 1871 με την κατάληψη της Ρώμης και τον αυτοεγκλεισμό του Ποντίφικα στο Βατικανό, ολοκληρωνόταν το Risorgimento (*), ο αγώνας για την ενότητα της Ιταλίας. Από τα πολυάριθμα κρατίδια της ιταλικής χερσονήσου δημιουργήθηκε μια νέα μεγάλη μεσογειακή δύναμη.
Μία από τις πτυχές της εξωτερικής πολιτικής της ήταν να θεωρηθεί αυτονόητη συνέχεια του Risorgimento, ότι αποτελούσε το φυσικό κληρονόμο και να προβάλλει αξιώσεις στις “πάλαι ποτέ” κτήσεις των ενωθέντων κρατιδίων.
Ιδιαίτερα οι βλέψεις αυτές στρέφονταν προς τον ελληνικό χώρο, κυρίως προς τα Επτάνησα και την Κύπρο λόγω της μακρόχρονης Βενετικής κυριαρχίας, αλλά και τη Ρόδο, παλιό τιμάριο των Ιπποτών της Μάλτας, μιά και η Μάλτα περιλαμβανόταν στα επεκτατικά όνειρα της Ρώμης.
Οι βλέψεις αυτές επρόκειτο να οδηγήσουν σε σύγκρουση δύο πανάρχαιους, ιστορικούς, μεσογειακούς λαούς με αμοιβαίο θαυμασμό για κοινές αρετές και αλληλοκατανόηση για τις κοινές αδυναμίες.
Το 1914, με τη δημιουργία της Αλβανίας, η Ιταλία πέτυχε να αποκτήσει ένα προγεφύρωμα πίεσης και επέμβασης στο βαλκανικό χώρο, το οποίο οριστικοποίησε το 1939 με την, χωρίς προσχήματα, κατάληψη αυτής της χώρας.
Από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο η Ιταλία, αν και στο πλευρό των νικητριών δυνάμεων βγήκε εξουθενωμένη οικονομικά και κατακερμασμένη κοινωνικά και πολιτικά. Από αυτή τη δίνη ξεπήδησε ο Φασισμός του Μουσουλίνι. Φυσικό επακόλουθο για ένα τέτοιο καθεστώς ήταν να «εγκρίνει και επαυξήσει» τις επεκτατικές βλέψεις και την προβολή του γοήτρου της χώρας ως μεγάλης δύναμης.
Πρώτη προσπάθεια εφαρμογής αυτής της γραμμής ήταν ο βομβαρδισμός και η προσωρινή κατάληψη της Κέρκυρας από τον ιταλικό στόλο το 1923, την επαύριο της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Από τότε, ενώ η ισχύς της Ιταλίας αυξανόταν, στην Ελλάδα οι κλυδωνισμοί που ακολουθούσαν το διχασμό και την καταστροφή, με τις αλλεπάλληλες πολιτικές και πολιτειακές μεταβολές, οδηγούσαν σε διάλυση.
Στο γενικότερο ευρωπαϊκό χώρο η Ρωσική Επανάσταση με την επακόλουθη εγκαθίδρυση του σταλινικού ολοκληρωτισμού και η άνοδος του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, δημιούργησαν νέα κατάσταση, με μεγάλο μέρος της ηπείρου κατεχόμενο ή κάτω από την επιρροή ολοκληρωτικών καθεστώτων, μαύρων ή κόκκινων.
Η αποδυνάμωση εξ άλλου της Βρετανίας και της Γαλλίας από τα «ειρηνιστικά» και ευδαιμονιστικά κινήματα και κηρύγματα, αύξανε την κατακτητική διάθεση των τριών δικτατόρων, Χίτλερ, Μουσουλίνι και Στάλιν, κι έτσι η σύρραξη που θα οδηγούσε στη γενική ανάφλεξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου είχε προδιαγραφεί.
Στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 30 η πολιτική πόλωση οδήγησε στην αδυναμία των δύο μεγάλων κομμάτων να σχηματίσουν κυβέρνηση και η Βουλή την ανέθεσε στον Ιωάννη Μεταξά, ηγέτη μικρού κόμματος, παλαιό στρατιωτικό κύρους, αλλά με αντικοινοβουλευτικές ιδέες, ο οποίος τελικά μπροστά στο χάος άφησε τα προσχήματα και ανέλαβε τη δικτατορική άσκηση της εξουσίας.
Η κυβέρνηση Μεταξά προσπάθησε να ανασυντάξει το πολεμικό δυναμικό της χώρας, οχυρώνοντας τα προς τη Βουλγαρία σύνορά μας και ενισχύοντας τις ένοπλες δυνάμεις. Ιδιαίτερα για το ναυτικό παραγγέλθηκαν και παραλήφθηκαν από αγγλικά ναυπηγεία δύο τελευταίου τύπου αντιτορπιλικά, το «Βασιλεύς Γεώργιος» και το «Βασίλισσα Ολγα». Η γενικότερη στρατηγική της εθνικής μας άμυνας, σε περίπτωση ιταλικής επίθεσης καθορίστηκε ως εξής:
α. Την κατά ξηράν άμυνα θα αναλάμβανε μόνος του ο Ελληνικός Στρατός.
β. Απόπειρα κατάληψης εθνικών εδαφών από εχθρικές αποβατικές δυνάμεις θα αντιμετωπιζόταν με την κάλυψη του Αγγλικού Στόλου.
Για να κρατηθούν όμως οι από θαλάσσης επιτιθέμενες εχθρικές δυνάμεις, μέχρις ότου επέμβει ο Αγγλικός Στόλος, κρίθηκε αναγκαία η οχύρωση των ζωτικότερων και πιο ευαίσθητων σημείων των ελληνικών παραλίων.
Εις το Ναυτικό ανατέθηκε αυτή η οχύρωση καθώς και η αντιαεροπορική άμυνα της χώρας και συγκεκριμένα των βάσεων, λιμένων, κέντρων εφοδιασμού, κύριων αρτηριών και μεγάλων δημογραφικών κέντρων, με εξαίρεση την αντιαεροπορική άμυνα των εις το μέτωπο αναπτυγμένων Σωμάτων Στρατού.
Η οργάνωση και προστασία των θαλασσίων μεταφορών στα χωρικά μας ύδατα και η κατά το δυνατόν παρεμπόδιση των θαλασσίων μεταφορών του αντιπάλου είχαν ανατεθεί επίσης στο Ναυτικό, ενώ ο Αγγλικός Στόλος θα εκάλυπτε τις μεταφορές από το εξωτερικό.
Οργανώθηκαν έτσι έξι Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές: Δυτικής Ελλάδος, Νοτίου Αιγαίου, Ευβοίας, Βορείου Αιγαίου, Ανατολικών Νήσων και Κρήτης. Οι τέσσερις πρώτες με τα οχυρά και τα επάκτια πυροβολεία, τα ανθυποβρυχιακά δίκτυα και τα ναρκοπέδια σχημάτισαν την «Εσωτερική θαλάσσια Οδό» η οποιά περιελάμβανε τους κόλπους: Αμβρακικό, Πατραϊκό, Κορινθιακό, Σαρωνικό, Παγασητικό και Θερμαϊκό και σαν τεράστιο πέταλο περιέκλειε τον κορμό της κεντρικής Ελλάδος και κάλυπτε τις βόρειες ακτές της Πελοποννήσου.
Για την οχύρωση αυτή χρησιμοποιήθηκαν και πολλά βαρέα πυροβόλα παλαιών πολεμικών όπως του «Λήμνος» και του «Φετίχ Μπουλέν», του τουρκικού πολεμικού που είχε βυθίσει το 1912 ο Βότσης στη Θεσσαλονίκη.
Αποτέλεσε χαρακτηριστικό ηράκλειο άθλο για την εποχή εκείνη η μεταφορά και εγκατάσταση στην κορυφή Τούρλος της Αίγινας των 2 δίδυμων πύργων του θωρηκτού «Λήμνος» βάρους του καθενός 900 τόνων. Με την αντιαεροπορική άμυνα καλύφθηκαν οι περιοχές: Αθηνών-Πειραιώς-Ναυστάθμου-Χαλκίδας, Βόλου, Πατρών και με την Υπηρεσία Επιτήρησης Συναγερμού Αέρος-Θαλάσσης ολόκληρη η χώρα. Για την επάνδρωση της Α/Α άμυνας και μόνο, διέθεσε το Ναυτικό περισσότερο προσωπικό από όσο για τον Στόλο.
Ο Ελληνικός Στόλος με σύνολο εκτοπίσματος 15 χιλιάδων τόνων είχε να αντιμετωπίσει τον Ιταλικό, μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις της εποχής σε παγκόσμια κλίμακα – με σύνολο εκτοπίσματος 658 χιλιάδων τόνων, μια συντριπτική διαφορά 1 προς 44. Και ενώ ο Ιταλικός περιλάμβανε πολλά νεότευκτα μεγάλα πολεμικά, πραγματικά θαύματα ναυπηγικής, ο Ελληνικός αποτελείτο κατ’ ουσίαν από 10 αντιτορπιλικά: τα νεότεύχτα «Β. Γεώργιος» και «Β. Ολγα», τα 4 τύπου Dardo και τα 4 θηρία. Τα υπόλοιπα ήταν ο θρυλικός αλλά γηραιός «Αβέρωφ», το πλωτό συνεργείο «Ηφαιστος», 6 παλαιά υποβρύχια, 12 παμπάλαια τορπιλλοβόλα, 4 αλιευτικά και ο «Παλάσκας», ένα πλοίο που είχε περισσέψει από τα αποξηραντικά έργα της Μακεδονίας. Κυκλοφορούσε το μη αφιστάμενο της πραγματικότητας ευφυολόγημα, ότι ολόκληρος ο Ελληνικός Στόλος μπορούσε να φορτωθεί στην Ιταλική Ναυαρχίδα.
«Παρά την απόλυτον υπεροχήν ην εκέκτητο ο εχθρός εις τον αέρα, η επιστράτευσις και η συγκέντρωσις του Ελληνικού Στρατού επραγματοποιήθησαν ακωλύτως και εντός των κεκανονισμένων προθεσμιών. Εις την επιτυχή διεξαγωγή της επιστρατεύσεως και της συγκεντρώσεως του Ελληνικού Στρατού, πολυτίμως συνέβαλε και το Ελληνικόν Πολεμικόν Ναυτικόν, όπερ δια της προστασίας των θαλασσίων στρατιωτικών μεταφορών και της εξασφαλίσεως των δια θαλάσσης συγκοινωνιών, εξεπλήρωσε πλήρως, παραδειγματικώς και αποτελεσματικώς τον κύριον σκοπόν της εν τω πολέμω αποστολής του. Η Ελληνική Ανωτάτη Διοίκησις μετ’ εμπιστοσύνης πλέον αποβλέπουσα εις την εξέλιξιν του αγώνος και εις το δυνατόν της αναλήψεως επιθετικών επιχειρήσεων, ευθύς ως η πρόοδος της συγκεντρώσεως επέτρεψε τούτο, απέσπασε την πρωτοβουλίαν της ενεργείας από τον εχθρόν.”
Αλέξανδρος Παπάγος
Αρχιστράτηγος
Χαρακτηριστικό είναι το σήμα που απηύθυνε ο Άγγλος αρχιναύαρχος προς όλα τα συμμαχικά πλοία της Μεσογείου, με την πτώση της Ιταλίας: «Προς: Απαντα τα πλοία. Κατά την ιστορικήν ταύτην στιγμήν της παραδόσεως του Ιταλικού Στόλου, της όλης πομπής προς Μάλταν, τιμής ένεκεν, θα ηγείται το ελληνικό αντιτορπιλικό Βασίλισσα Ολγα».
Το ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΣΩΜΑ του Πολεμικού Ναυτικού με την κήρυξη του πολέμου αποτελέστηκε από 541 μονίμους ιατρούς, 29 εφέδρους εκ μονίμων, 109 εφέδρους εξ εφέδρων 35 επικούρους (σύνολο 224), καθώς και 1 μόνιμο Αξιωματικό Νοσοκόμο, 6 μονίμους και 7 εφέδρους Φαρμακοποιούς.
Αναπτύχθηκαν τα εξής Νοσοκομεία: το Ναυτικό Νοσοκομείο Ναυστάθμου (το Κεντρικό και δύο παραρτήματα: ένα στη Σαλαμίνα και ένα στα Παλούκια) το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιώς στο οποίο υπαγόταν και η χειρουργική πτέρυγα του Τζανείου. Ακόμη έξη Ναυτικά Νοσοκομεία: Πόρου, Καστορίου, Πατρών, Αίγινας, Π. Φαλήρου και Αιδηψού. Εις τα νοσοκομεία αυτά νοσηλεύτηκαν κατά χιλιάδες, κυρίως στρατιώτες του μετώπου, τραυματίες και πάσχονες από κρυοπαγήματα.
Εκτός από τα Νοσοκομεία, το Υγειονομικό εκάλυψε με ιατρούς και τις Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές, τα οχυρά, τους σταθμούς αντιαεροπορικής άμυνας και τις Ναυτικές Διοικήσεις.
Τα Πολεμικά πλοία είχαν επανδρωθεί με ιατρούς και ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στις μονάδες κρούσεως. Στα περισσότερα αντιτορπιλικά είχαν τοποθετηθεί μόνιμοι ιατροί. Εδρασαν ακόμη έξη πλωτά νοσοκομεία, τόσο για τη μεταφορά όσο και για την περίθαλψη τραυματιών του μετώπου.
Αυτά ήταν το εκπαιδευτικό Αρης και πέντε ειδικώς μετασκευασθέντα επιβατηγά τα: Αττική, Εσπερος, Ελληνίς, Σωκράτης, Πολικός. Το τραγικό τέλος τους είναι χαρακτηριστικό της απανθρωπιάς του πολέμου.
Οι Ιταλοί περιορίστηκαν σε μια ανεπτιτυχή επίθεση κατά του «Σωκράτη». Με την επίθεση όμως των Γερμανών όλα τα Πλωτά Νοσοκομεία, γνωστοποιημένα σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες, έχοντας τα χρώματα του Ερυθρού Σταυρού και ολόφωτα τη νύχτα, βυθίστηκαν από τους ξανθούς ιππότες του φον Ριχτόφεν, οι οποίοι και επί παρουσία πληθώρας άλλων στόχων προτιμούσαν, σύμφωνα με άνωθεν διαταγή, τα νοσοκομειακά και στη συνέχεια αποτελείωσαν με τα πολυβόλα τους – τους ναυαγούς πλέον- τραυματίες.
Η αυλαία της εποποιίας στον ελλαδικό χώρο πέφτει.
Το μεγαλύτερο μέρος του διασωθέντος από τις γερμανικές επιθέσεις Στόλου μας αποπλέει για την Κρήτη και τη Μ. Ανατολή.
Τριών Υ/Β μας οι κυβερνήτες, με ηρωική μέχρι τότε δράση, διαφωνούν θεωρώντας μάταιη τη συνέχιση του αγώνα. Τα παραλαμβάνουν οι ύπαρχοί τους κι άλλοι αξιωματικοί κι εκεί στην προβλήτα της βάσεως Υ/Β σηκώνουν τις μαύρες σημαίες της καταδρομής ενώ οι σειρήνες τους ουρλιάζουν. Όπως μου αφηγήθηκαν αυτόπτες: «όλα γύρω στη Σαλαμίνα, το Πέραμα και την Αττική, καπνού, φλόγες, εκρήξεις. Και τότε ψηλά στην πόρτα του Ν.Ν. Σαλαμίνος φάνηκαν δύο μικρά άσπρα σημαδάκια που τρέχουν, πλησιάζουν, μεγαλώνουν. Είναι οι δύο σεμνές αδελφές Πιτσίκα, που κάτω από τις επευφημίες των πληρωμάτων πηδούν με τα μπογαλάκια τους μέσα στα Υ/Β που ξεκινούν, ενώ οι κυβερνήτες τους που απομένουν, παρακολουθούν από την προβλήτα άφωνοι την σκηνή».
Κι απ’ το αντικρυνό Αιγάλεω, ανάμεσα απ’ τους καπνούς των ανατινάξεων, θα ορθώθηκε γιγαντιαία απ’ τον πανάρχαιο θρόνο της η σκιά του Ξέρξη, που σκεπάζοντας με τον μανδύα τα μάτια του θα φώναξε μέσα από τους αιώνες: «Οι μεν άνδρες γεγόνασί μοι γυναίκες, αι δε γυναίκες άνδρες» ενώ η ηχώ απ’ τη Σαλαμίνα αντιλαλούσε: «Ω παίδες Ελλήνων, ίτε…. νυν υπέρ πάντων αγών». «
“Η συμβολή των ιατρών εν τοις πλοίοις υπήρξεν λίαν αξιόλογος, ου μόνον από απόψεως ιατρικής περιθάλψεως αλλα και ενισχύσεως του ηθικού των πληρωμάτων… διότι πάντες εγνώριζον ότι εις περίπτωσιν ασθενείας ή τραυματισμού των θα ετύγχανον αμέσου βοηθείας και ταχείας και ασφαλούς διακομιδής εις τα πλησιέστερα Νοσοκομεία. Μετά την μάχην δε ενώ οι λοιποί αξιωματικοί κεκμηκότες εκ της μάχης ανεπαύοντο, μόνος ο ιατρός εν τω θεραπευτηρίω, άγρυπνος και άνευ αναπαύσεως… προσέτρεχε ένθα η φωνή του καθήκοντος τον εκάλει. “
Ναύαρχος- Ιατρός Σταυριανόπουλος
«Οι ιατροί μας, ως πάντοτε, ανεδείχθησαν πλήρως εις το ύψος της θέσεώς των, επί τε των πλοίων και των εν τη ξηρά Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων». Πεσόντες;
- Ο έφεδρος Πλωτάρχης Ιατρός Ξενοφών Κοντιάδης ο οποίος γεννήθηκε το 1903 στη Μασσαλία, μεγάλωσε και σπούδασε στη Γαλλία και ήλθε διοδρομία, μετά τις σπουδές του στην Ελλάδα, όπου ακολούθησε πανεπιστημιακή στα Τον Μάϊο του 1940 έγινε τακτικός καθηγητής χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Με τον πόλεμο, ως έφεδρος Πλωτάρχης Ιατρός, τοποθετήθηκε στο Ν.Ν.Πατρών και περί τα τέλη Δεκεμβρίου 1940 τοποθετείται ως Διευθυντής του Ν.Ν. Πειραιώς. Δεν αποδέχεται την τοποθέτηση αυτή και ζητά επιμόνως μετάθεση σε νοσοκομειακό κέντρο του μετώπου. Την 1.1.1941 τοποθετείται στο Σ.Ν. Ιωαννίνων, όπου την 20η Απριλίου φονεύεται από γερμανική βόμβα μέσα στο χειρουργείο ενώ χειρουργούσε τραυματία στρατιώτη.
- Ο μόνιμος Ανθυποπλοίαρχος Ιατρός Σταμάτιος Μανιαρίζης που γεν- νήθηκε στην Κέρκυρα το 1908, κατετάγη ως Σημαιοφόρος Ιατρός Π.Ν. στις 11.5.1938. Από 1.11.1939 υπηρετεί διαδοχικά σε διάφορα αντιτορπιλικά και από τις 10.6.1940 στο «Υδρα» όπου φονεύθηκε στις 22.4.1941 από θραύσματα βόμβας πάνω στη γέφυρα του βυθιζόμενου πλοίου του ενώ πα- ρείχε τις πρώτες βοήθειες σε τραυματίες. 3. Ο Εφεδρος Σημαιοφόρος Οδοντίατρος Βασίλειος Αναστασίου γεννήθηκε το 1912 στην Αλεξάνδρεια. Στις 28.10.1940 κατατάχθηκε στο στρατό και πολέμησε στην Αλβανία. Με την κατάρρευση κατήλθε στην Μ. Ανατολή και κατατάχτηκε στο Π.Ν. Υπηρέτησε στον «Αβέρωφ» με τον οποίο πήγε ως τις Ινδίες, και κατόπιν στο Ν.Ν. Αλεξανδρείας. Μετά ζήτησε και τοποθετήθηκε ως κυβερνήτης «επιδρομικού πλοίου» στο θρυλικό στολίσκο ημιολιών. Σκοτώθηκε από πολυβολισμούς γερμανικού αεροπλάνου πάνω στο αντιαεροπορικό του βενζινόπλοιού του, με το οποίο ανταπέδιδε τα πυρά στον εχθρό. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ακόμη τη δράση σε δύσκολες στιγμές δύο άλλων ιατρών:
- Ο ιατρός Ανδρέας Καποδίστριας του Α/Τ «Αδρία», όταν τούτο προσέκρουσε σε νάρκη και αποκόπηκε η πλώρη του (22.10.1943), επειδή καταστράφηκε το θεραπευτήριο, χειρουργούσε με τα εργαλεία του κουρείου και με κολώνια ως αντισηπτικό επί 48 ώρες «ακούραστος, ψύχραιμος, φιλομειδής». Στη συνέχεια επιβιβάστηκε στο καΐκι που μετέφερε τους Ελληνες και Βρετανούς τραυματίες στη Σμύρνη, συνεχίζοντας τη θεραπεία τους.
- Ο ιατρός Εμμανουήλ Γουργουρής του «Β. Ολγα», κατά την βύθιση του πλοίου του στις 14.9.1943 στη Λέρο, παρέμεινε περιθάλποντας τους τραυματίες και μετά την διαταγή εγκαταλείψεως του πλοίου. Οταν τούτο κόπηκε στα δύο και ανετράπη τα νερά εισόρμησαν στο θεραπευτήριο. Τότε μόνο καταδύθηκε και διέφυγε. Ανασύρθηκε τελικά στην επιφάνεια αναίσθητος και μισοπεθαμένος.
Ναύαρχος Καββαδίας
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σταυριανόπουλου Θ: Υποναυάρχου Ιατρού Π.Ν. Η Υγειονομική Υπηρεσία του Π. Ναυτικού κατά τους Απελευθερωτικούς Αγώνες του Εθνους, Αθήνα 1978.
Φωκά Δ: Αντιναυάρχου Π.Ν. Εκθεσις επί της δράσεως του Β.Ν. κατά τον πόλεμο 1940-1944. Εκδοσις Ιστορικής Υπηρεσίας Β.Ν., Αθήναι 1953.
Χατζή Κ: Πλοιάρχου Π.Ν. Στοιχεία από τη δράση της Υγειονομικής υπη ρεσίας του Π.Ν. κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ιατρική Επιθεώ ρηση Δυνάμεων 2: 65-93, 1988, Ιατρικό Περισκόπιο 3 (1994) 47-51.
Σημείωση :
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, στην ιταλική χερσόνησο υπήρχαν πολλά διαφορετικά κράτη. Από αυτά, το μοναδικό στο οποίο βασίλευε Ιταλός μονάρχης ήταν το βασίλειο του Πεδεμοντίου και της Σαρδηνίας. Σε αυτό βασίστηκε, σε μεγάλο βαθμό, και η προσπάθεια ενοποίησης. Πρωτεργάτες υπήρξαν ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Β΄ και ο μετριοπαθής φιλελεύθερος πρωθυπουργός Καμίλο Καβούρ. Παράλληλα, ο πολιτικός Τζουζέπε Ματσίνι ίδρυσε το κίνημα Νέα Ιταλία με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου και δημοκρατικού ιταλικού κράτους. Στα 1859 – 1860 το Πεδεμόντιο απέσπασε από την Αυστρία περιοχές της βόρειας Ιταλίας, ενώ ο Ιταλός επαναστάτης Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, κάνοντας απόβαση στη Σικελία στις 11 Μαΐου 1860, κήρυξε την επανάσταση στη νότια Ιταλία και την ένωση αυτών των περιοχών με το Πεδεμόντιο. Έτσι, το 1861 σχηματίστηκε το ενιαίο Βασίλειο της Ιταλίας, που ως το 1870 είχε λάβει την εδαφική μορφή που έχει σήμερα η Ιταλία. (Wikipedia)
Επιμέλεια Ανάρτησης : Τασιόπουλος Αργύρης