- – Δρ Γεώργιος Φ. Γκόνης
- – Χειρουργός-Υποστράτηγος (ΥΙ) ε.α.
- – Διάλεξη στο 28 ΙΣΕΔ
- – 2022.11.03
Η ιατρική αμοιβή και γενικότερα η σχέση του Ιατρού με τον ασθενή, προκαλεί πάντα προβληματισμό και ερωτηματικά, τόσο από την πλευρά των ασθενών, όσο και από την πλευρά των Ιατρών. Αυτός ο προβληματισμός δεν είναι τωρινός. Είναι διαχρονικός και πάντα επίκαιρος. Τούτο υποδηλώνει την πολυπλοκότητα, την πολυπαραγοντικότητα, τις λεπτές πτυχές του θέματος και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες κοινωνικές, επαγγελματικές και επιστημονικές συνθήκες.
Επιτρέψτε μου, μετά από 47 έτη άσκησης της Ιατρικής, σε μια κατ’ εξοχήν μάχιμη ειδικότητα, Χειρουργός, από διάφορες και ποικίλες θέσεις, να αντλώ ηθική νομιμοποίηση στην έκφραση δημόσια των σκέψεων και θέσεών μου.
Μακριά από εμένα η οίηση ότι θα θέσω όρια και κανόνες. Στόχος μου είναι να μοχλεύσω την σκέψη όλων μας, μέσα από συγκεκριμένες θέσεις, προβληματισμούς και καθημερινά πρακτικά ερωτήματα.
Τολμώ να πω ότι θα προσπαθήσω μια εξισορρόπηση μεταξύ εξιδανίκευσης και ρεαλισμού. Δηλαδή θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι θα ήταν ιδανικό να συμβαίνει και πια είναι η τρέχουσα πραγματικότητα ώστε να προσπαθούμε αυτά τα δύο να τα συνταιριάζουμε.
Ένα απλοϊκό, αλλά ουσιώδες ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι: Η άσκηση της ιατρικής είναι λειτούργημα ή επάγγελμα; Πριν βιαστούμε να απαντήσουμε θα πρέπει να έχουμε κατανοήσει τι αντιπροσωπεύει ο όρος «Ιατρική επιστήμη», τι χαρακτηρίζεται ως «λειτούργημα» και τι συνιστά «επάγγελμα».
Αξίζει να εμβαθύνουμε λίγο περισσότερο σε αυτά τα τρία.
Η ιατρική επιστήμη μέσα από την γνώση, την έρευνα, την εμπειρία, στοχεύει – με τις παρεμβάσεις της- στη διατήρηση της σωματικής και ψυχικής υγείας του ανθρώπου, στην αποκατάσταση της όταν αυτή διαταραχθεί και στην ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου. Τελικός στόχος, η ποιοτική βελτίωση και η χρονική παράταση του αγαθού της ζωής.
– Ως λειτούργημα χαρακτηρίζεται το σύνολο των καθηκόντων που στην εκτέλεση τους συνεπάγονται κοινωνική προσφορά. Δηλαδή στην έννοια του όποιου λειτουργήματος ενυπάρχει πάντα η έννοια του καθήκοντος. Και για να είμαστε ακριβείς, το καθήκον είναι καθήκον, χωρίς προϋποθέσεις και ανταλλάγματα.
– Τέλος, ως επάγγελμα χαρακτηρίζεται κάθε βιοποριστική εργασία και απασχόληση.
Η προσπάθεια αρμονικής σύνθεσης των παραπάνω είναι δύσκολη και γίνεται ακόμη πιο δύσκολη αν συνεκτιμηθεί η προσπάθεια μύησης στην Ιατρική επιστήμη.
Αλήθεια! Ας αναρωτηθούμε, τι ικανότητες, πόση προσπάθεια και πόσος κόπος απαιτούνται για να αποκτήσει κάποιος τις βασικές γνώσεις της Ιατρικής επιστήμης! Και όταν αυτό επιτευχθεί, πόση αφοσίωση, φροντίδα, ζεστασιά και σιγουριά πρέπει να προσφέρει στον άρρωστό του ώστε να «αξιωθεί» ν’ ακούσει από τα τρεμάμενα χείλη του βαρέως πάσχοντα το «γιατρέ μου» !
Αυτό το κτητικό «μου», του γιατρέ μου, φανερώνει την αγάπη και τον σεβασμό του αρρώστου προς τον «γιατρό του» αλλά ταυτόχρονα υποσημαίνει «σωτήρα» μου, «στήριγμά» μου, «ελπίδα» μου!
Επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι κανένας άλλος επιστήμονας δεν αξιώνεται τέτοιας αμεσότητας στη σχέση και τέτοιας τιμής από συνάνθρωπό του!
Από την πλευρά του Ιατρού, είναι άραγε αρκετή η άριστη ιατρική γνώση, από μόνη της, για να αισθανθεί ο Ιατρός ότι δεν θα διαψεύσει τις προσδοκίες και την εμπιστοσύνη του ασθενούς του; Ασφαλώς όχι. Απαιτείται εκτός από τη γνώση, διαρκής ενασχόληση, αφοσίωση, παρατηρητικότητα, μεθοδικότητα ώστε να αποκτήσει την απαιτούμενη εμπειρία, κάτι που είναι εντελώς απαραίτητο, για μια όχι και τόσο θετική επιστήμη, όπως η Ιατρική. Έχετε άραγε αναρωτηθεί, πόσες φορές ο Ιατρός και ιδιαίτερα ο επεμβατικός Ιατρός, ενθαρρύνοντας τον ασθενή του ότι όλα θα πάνε καλά, ενθαρρύνει και τον ίδιο του τον εαυτό;
Με αρκετή δόση μελαγχολίας και αυτεπίγνωσης ο πατέρας της Ιατρικής, ο Ιπποκράτης, παρατηρεί: «ο βίος βραχύς, η δε τέχνη μακρή, ο δε καιρός οξύς, η δε πείρα σφαλερή, η δε κρίσις χαλεπή»
Με βάση τα παραπάνω, που είναι ουσιώδη και πραγματικά προαπαιτούμενα, προκύπτει το ερώτημα: Ποια θα πρέπει να είναι η αμοιβή του Ιατρού που με τόσο κόπο κατέκτησε τη γνώση και έχει αφοσιωθεί στην επιστήμη του και στην φροντίδα του πάσχοντα; Πώς θα ανταποκριθεί στις ατομικές, οικογενειακές και κοινωνικές του υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίσει την αξιοπρέπεια και την αίγλη της προσωπικότητας και της θέσης του; Δεν ομιλώ για πλουτισμό. Η έντιμη άσκηση της ιατρικής δεν θα οδηγήσει εύκολα σε πλούτο. Διεκδικώ την εξασφάλιση ανάλογης αξιοπρεπούς διαβίωσης. Η υλική ένδεια δεν προάγει κανέναν. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να συνεκτιμηθούν οι ανάγκες για επανεκπαιδεύσεις και διαρκείς ενημερώσεις. Το κόστος αυτών των αναγκών δεν μπορεί να υποτιμηθεί.
Ανάγκη λοιπόν μεγάλη η γενναία υλική αμοιβή του Ιατρού. Η όποια ηθική αμοιβή και αναγνώριση, από μόνη της, δεν αρκεί.
Ποιος όμως θα είναι εκείνος που θα πληρώσει τον Ιατρό για τις υπηρεσίες του;
Για αιώνες, πριν την κοινωνική πρόοδο και την οικοδόμηση του κράτους πρόνοιας, ο ίδιος ο άρρωστος ήταν εκείνος που θα έπρεπε να πληρώσει τον γιατρό του. Όμως ο άρρωστος είναι πάντα σε μειονεκτική θέση.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε ένας που πηγαίνει στο γιατρό, έχοντας μικρό ή μεγάλο πρόβλημα υγείας, φανταστικό ή πραγματικό, αισθάνεται και ίσως είναι δυστυχής. Θα έλεγα ότι μόνον στην κύηση και τον τοκετό πηγαίνουμε στον Ιατρό για ευχάριστο γεγονός.
Διαχρονικά, η άσκηση της Ιατρικής προϋποθέτει και απαιτεί απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και βεβαίως απευθύνεται σε όλους. Χωρίς διάκριση φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ηλικίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, κοινωνικής θέσης, πολιτικής ιδεολογίας. Επιπρόσθετα η παρεχόμενη φροντίδα δεν μπορεί να είναι ανταποδοτική και εξαρτώμενη από την δυνατότητα του ασθενούς να πληρώσει πολλά, λίγα ή καθόλου τον γιατρό του.Το θα με πληρώσεις για να σε προσέξω είναι απαράδεκτο. Πλούσιοι και πένητες συναντιόμαστε. Είμαστε όλοι ίσοι μπροστά στην αρρώστια. Μακάρι και στην φροντίδα! Βέβαια, ο μέγας εξισωτής είναι ο θάνατος.
Η παρατήρηση ότι ο Ιατρός καλείται να ζήσει και ενδεχομένως να συσσωρεύσει πλούτο από την «δυστυχία» των συνανθρώπων του είναι απλοϊκή και οδηγεί πολλές φορές σε μομφή κατά του Ιατρού για κοινωνική αναλγησία. Τούτο είναι λάθος και εντελώς ασύμβατο προς την άσκηση της Ιατρικής.
Τολμώντας μια απάντηση στο αρχικό ερώτημα που τέθηκε, αν δηλαδή η άσκηση της Ιατρικής είναι λειτούργημα ή επάγγελμα, θα έλεγα ότι είναι επάγγελμα με κατ’ εξοχήν ανθρωπιστικό χαρακτήρα. Η έννοια του καθήκοντος, δηλαδή του λειτουργήματος, διαρκώς υπάρχει, και αναφύεται με οξύ και κατηγορηματικό τρόπο, στις περιπτώσεις επειγόντων περιστατικών όπου απειλείται η ζωή ή η αρτιμέλεια. Εδώ, ο Ιατρός έχει ιερό καθήκον να προσφέρει τις υπηρεσίες του χωρίς προϋποθέσεις και ανταλλάγματα και ανεξάρτητα από την ειδικότητά του.
Για τον Στρατιωτικό Ιατρό, το καθήκον είναι απόλυτο, πάντα και παντού. Για εμάς, τους Στρατιωτικούς Ιατρούς, ο αναφερόμενος ως «άγνωστος στρατιώτης», είναι ο ιερός άρρωστός μας, με ότι αυτό υποδηλώνει και συνεπάγεται. Είναι ιεροσυλία και η σκέψη ακόμη οικονομικής ανταπόδοσης μεταξύ Στρατιωτικού Ιατρού και ασθενούντος Στρατιωτικού.
Στις σύγχρονες κοινωνίες και κράτη έχει αναπτυχθεί η έννοια της αλληλεγγύης και η οικοδόμηση Κράτους Πρόνοιας. Επομένως η πολιτεία με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς θα πρέπει να στέκονται αρωγοί στον πάσχοντα και γενναίοι χορηγοί στον θεράποντα Ιατρό. Το ίδιο ισχύει και για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Στην υλική όμως παρέμβαση της πολιτείας, μεταξύ Ιατρού και ασθενούς, ενυπάρχει ο κίνδυνος διατάραξης της μεταξύ των σχέσης. Η κλινική άσκηση της Ιατρικής δεν μπορεί να είναι απρόσωπη. Ο άρρωστος θέλει και δικαιούται τον γιατρό του. Εδώ χρειάζεται μια σημαντική διευκρίνιση. Ο πάσχων άνθρωπος δεν είναι ο πελάτης του Ιατρού, αλλά ο «άρρωστός του». Στην Ιατρική δεν υπάρχουν πελάτες, αλλά άρρωστοι! Μεταξύ Ιατρού και ασθενούς αναπτύσσεται ξεχωριστή ανθρώπινη σχέση που μόνον με βιωματική εμπειρία κατανοείται.
Όταν όμως ο άρρωστος υποβιβάζεται σε πελάτη του συστήματος και ο Ιατρός αναγορεύεται σε υπάλληλο του συστήματος, τότε η σχέση αυτή δεν μπορεί να αναπτυχθεί.Στην μια περίπτωση, ο Ιατρός του ασφαλιστικού ταμείου ή του δημοσίου, ως υπάλληλος, και με νοοτροπία δημοσίου υπαλλήλου, υποβαθμίζει την φροντίδα του σε απλή διεκπεραίωση και από την άλλη, ο ασθενής, ως πελάτης της ιδιωτικής εταιρείας ή ως φορολογούμενος ψηφοφόρος του Δημοσίου, είναι μόνιμα διεκδικητικός και διαμαρτυρόμενος. Η Ιπποκράτειος και ανθρωπιστική εκδοχή της Ιατρικής δεν είναι απόλυτα συμβατές με μια τέτοια σχέση. Όμως, ας είμαστε ρεαλιστές, η ανάγκη ύπαρξης Κράτους Πρόνοιας και η λογιστική ευρυθμία εξασφαλίζουν την διαιώνισή του. Φαίνεται ότι δεν γίνεται αλλιώς.
Τελικά το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά Ταμεία και οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες παρεμβαίνουν, και θα παρεμβαίνουν, στη σχέση ιατρού-ασθενούς και καθορίζουν την αμοιβή.Αυτοί οφείλει να πληρώνουν!Είναι βέβαια ντροπή και απαξίωση του Ιατρού όταν η αμοιβή εφημερίας ενός νοσοκομειακού Ιατρού είναι συγκρίσιμη με την αμοιβή της αποκλειστικής ανειδίκευτης συνοδού ή όταν το ύψος της αμοιβής για μια ιατρική επίσκεψη, με όρους δημοσίου, ισοδυναμεί περίπου με το κόστος ενός πακέτου τσιγάρων.
Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η πρόνοια για την Υγεία είναι δυνατόν να υλοποιηθεί μόνον μέσα από ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας. Το Ε.Σ.Υ. ήταν, είναι και θα παραμείνει απολύτως αναγκαίο, απαραίτητο. Μόνον μέσα από το Ε.Σ.Υ. μπορεί να εξασφαλισθεί οργανωμένα και αξιόπιστα η αντιμετώπιση του επείγοντος και του μαζικού. Ο ιδιωτικός τομέας μοιάζει αδύναμος και απρόθυμος. Φαίνεται ότι προέχει η λογιστική του ευρυθμία. Η κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Δυστυχώς στο Ε.Σ.Υ. δεν είναι δεδομένη η δυνατότητα του ασθενούς να επιλέξει τον Ιατρό του. Ισχύει το, «όποιος τύχει»! Όταν όμως αναζητείται – αξιώνεται αυτό το δικαίωμα, από τον άρρωστο, αυτόματα εγείρονται υπόνοιες και δημιουργούνται συνθήκες συναλλαγής κάτω από το τραπέζι. Βέβαια, η πιο σημαντική αιτία δυσλειτουργίας του Ε.Σ.Υ. δεν βρίσκεται στην μη επιλογή Ιατρού, αλλά στη απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής αξιολόγησης. Κάθε Ιατρός, κάθε νοσηλευτική μονάδα, κάθε κέντρο υγείας, κάθε νοσοκομείο, θα έπρεπε να αξιολογούνται.
Υπάρχουν τρόποι και διεθνή πρότυπα γι’ αυτές τις αξιολογήσεις. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να απουσιάζει η εκτίμηση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών και το συνολικό κόστος τους.
Δυστυχώς, στην αξιολόγηση των Ιατρών επικρατεί η νοοτροπία: «το μοναστήρι να είναι καλά και από καλογήρους βρίσκουμε». Μόνο που δεν είναι όλοι το ίδιο ευσεβείς και καλλίφωνοι! Αποτέλεσμα, αμείβονται σχεδόν το ίδιο ικανοί και μέτριοι, εργατικοί και ράθυμοι, αφοσιωμένοι και αδιάφοροι, επιδέξιοι και αδέξιοι, έμπειροι και άπειροι. Φαίνεται ότι αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι Υγεία χωρίς γιατρούς, χωρίς καλούς γιατρούς, δεν γίνεται. Να σημειώσουμε επίσης ότι από το σύνολο των δαπανών για την υγεία μόνον ένα μικρό ποσοστό αντιστοιχεί στις ιατρικές αμοιβές.
Πρέπει νομίζω να συμφωνήσουμε ότι ο Ιατρός που δεν αμείβεται ανάλογα με τις ικανότητες και την προσφορά του είναι ευάλωτος σε πειρασμούς. Και οι πειρασμοί, εν προκειμένω, είναι πολλοί.
Είναι θλιβερό ν’ ακούμε στις ειδήσεις ότι Διευθυντής -Ιατρός συνελήφθη για φακελάκι, ανεξαρτήτως ποσού. Προσωπικά εκτιμώ ότι σκάνδαλα διαφθοράς και κατασπατάλησης στο χώρο της υγείας συνέβαιναν, συμβαίνουν και θα συνεχίσουν να συμβαίνουν, όσο δεν παγιώνεται σύστημα διαφάνειας και αξιολόγησης όλων και όσο συνεχίζεται η ισοπεδωτική αμοιβή των Ιατρών, ανεξάρτητα από ειδικότητα, ικανότητα, πείρα, προσφορά.
Φαίνεται ότι σε κάποιο βαθμό, το ύψος της ιατρικής αμοιβής το έχουν λύσει οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Εδώ, υπάρχει το δικαίωμα της επιλογής Ιατρού και οι ίδιες οι εταιρείες καθορίζουν το ύψος της αμοιβής κατά πράξη, με βάση την διεθνή εμπειρία και πρακτική καθώς και με γνώμονα την βιωσιμότητα της ασφαλιστικής εταιρείας.Όλα έχουν προκαθορισθεί και συμφωνηθεί μεταξύ εταιρείας, ιδιωτικού νοσοκομείου, ιατρού και ασφαλιζομένου. Δυστυχώς , ο ισχυρός, από όλους τους παραπάνω συμβαλλομένους, είναι η ασφαλιστική εταιρεία, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει και συνεπάγεται. Κυρίως, όμως, μένουν έξω από αυτού του είδους την ασφάλιση, οι οικονομικά ασθενέστεροι, οι ηλικιωμένοι και αυτοί με τα πολλά προβλήματα υγείας. Και αυτό είναι σημαντικό πρόβλημα και ασφαλώς αναιρεί, σε μεγάλο βαθμό, πολλά από όσα υπόσχονται οι ασφαλιστικές εταιρείες.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο ότι η άσκηση της Ιατρικής οφείλει να κινείται μέσα σε καθορισμένα αξιακά και ηθικά πλαίσια. Αυτά ακριβώς ορίζονται στον Ελληνικό Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας που είναι νόμος του κράτους από το 2005. Εδώ καλύπτονται όλα τα θέματα που αφορούν την άσκηση της Ιατρικής.Στο άρθρο 19 αναφέρονται τα σχετικά με την αμοιβή. Είναι φανερό ότι κυρίαρχο πνεύμα και πρώτη προτεραιότητα, στο σύνολο του νόμου, είναι η διασφάλιση της υγείας του ασθενούς. Πρώτα και πάνω από όλα το συμφέρον της υγείας του ασθενούς! Απόλυτα λογικό και αναμενόμενο.
Οι βασικές απαγορεύσεις του νόμου στρέφονται στην πρόληψη αποδοχής δώρων από φαρμακευτικές εταιρείες. Εξαίρεση, με απόλυτη διαφάνεια, αποτελούν η εκπαίδευση και η έρευνα. Θα πρέπει όλοι να αναγνωρίσουμε ότι, παγκοσμίως,οι φαρμακευτικές εταιρείες επενδύουν τεράστια κεφάλαια στην έρευνα, στην παραγωγή και τελικά στην προώθηση των προϊόντων τους, των φαρμάκων. Όλοι θέλουμε, έχουμε ανάγκη, τα καλά φάρμακα. Ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και τα συμφέροντα πολλά. Εκείνο που απαιτείται είναι ο διαρκής έλεγχος και η διαφάνεια, δεδομένου ότι οι Ιατροί έχουν ανάγκη τις φαρμακευτικές εταιρείες για να στηρίξουν την έρευνα και την εκπαίδευση τους. Τούτο τελικά αποβαίνει προς όφελος των ασθενών.Είναι επίσης ευνόητο ότι ο Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας απαγορεύει την οικονομική συναλλαγή μεταξύ Ιατρών ή τρίτων, για την υπόδειξη προτίμησης Ιατρού. Για του Ιατρούς του Ε.Σ.Υ. και των ασφαλιστικών ταμείων είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι μικρής αξίας δώρο, που προσφέρεται εκ των υστέρων, ως έκφραση ευγνωμοσύνης του ασθενούς προς τον Ιατρό του, δεν θεμελιώνει πειθαρχικό παράπτωμα.
Ο κάθε Ιατρός που έχει το ιδιωτικό του Ιατρείο, έχει το δικαίωμα να προσδιορίζει ο ίδιος το ύψος της αμοιβής του, για κάθε Ιατρική επίσκεψη και πράξη. Αρκεί βέβαια να υπάρχει από πριν ενημέρωση του ασθενούς για το ακριβές ύψος της αμοιβής. Σε κάθε περίπτωση, και σύμφωνα και με τον Κώδικα Δεοντολογίας, ο Ιατρός οφείλει το θέμα της αμοιβής του, στο ιδιωτικό ιατρείο του, να το χειρίζεται με λεπτότητα, διακριτικότητα και χωρίς πρόθεση εκμετάλλευσης του ασθενή. Εδώ θα ήθελα να υπαινιχθώ ότι το ακριβές ύψος της όποιας αμοιβής δεν είναι φρόνιμο και ηθικό να καθορίζεται μόνον από την υπερτιμημένη αντίληψη που μπορεί να έχει ο κάθε Ιατρός για τον εαυτόν του. Απαιτείται η αρετή της διάκρισης.Προσωπικά προσυπογράφω την άποψη ότι ο Ιατρός πρέπει να είναι πλούσιος για τον πτωχό και πτωχός για τον πλούσιο.
Ασφαλώς και ο Ιατρός έχει το δικαίωμα να μη ζητήσει αμοιβή ή να λάβει μειωμένη για τις υπηρεσίες του, όταν και όπως αυτός κρίνει. Όμως, η κατάχρηση αυτού του δικαιώματος, μπορεί να θεωρηθεί συστηματική, εσκεμμένη, μειωτική και ένδειξη έλλειψης σεβασμού προς την αίγλη και την αξιοπρέπεια στην άσκηση της Ιατρικής. Πολύ περισσότερο αν υποκρύπτεται αθέμιτος ανταγωνισμός, που ασφαλώς είναι αντίθετος με τα συμφέροντα του αρρώστου και της κοινωνίας.
Υπάρχει βέβαια και μια μεγάλη κατηγορία Ιατρών που δεν έρχονται σε ουσιαστική επαφή με τον άρρωστο, όπως βιοπαθολόγοι, ακτινολόγοι-απεικονιστές, παθολογοανατόμοι κλπ. Επομένως δεν έχουν εφαρμογή εδώ τα όσα είπαμε για την σχέση Ιατρού- ασθενούς. Η συμβολή όμως αυτών των Ιατρών είναι άκρως απαραίτητη και καθοριστική. Δεν θα μπορούσε να ασκηθεί Ιατρική σήμερα, χωρίς αυτούς τους εκλεκτούς συναδέλφους. Την αμοιβή τους όμως την καθορίζουν τ’ ασφαλιστικά ταμεία, το δημόσιο, τα ιδιωτικά νοσοκομεία, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Ευχή είναι να μην ισχύουν οι αγοραίοι νόμοι της προσφοράς και ζήτησης. Η όποια αμοιβή πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν της τον βαθμό και την δυσκολία εκπαίδευσης και εξειδίκευσης και οπωσδήποτε την βαρύτητα της ευθύνης πίσω από κάθε γνωμάτευση.
Επικρατεί η αντίληψη ότι χρειαζόμαστε πολλούς Ιατρούς ώστε να καλύπτονται όλες οι ανάγκες. Αυτό είναι λάθος. Η χώρα μας χρειάζεται λιγότερους Ιατρούς, με σωστή αναλογία ειδικοτήτων και σωστή πληθυσμιακή – χωροταξική κατανομή. Είναι σίγουρο ότι αν αυτό συνέβαινε, οι Ιατροί θα μπορούσαν να γίνονται ακόμη καλύτεροι, περισσότερο αποδοτικοί και θα αμείβονταν πολύ καλύτερα. Το ζήτημα του αριθμού των Ιατρών είναι διαχρονικό και μείζον.
Καθηγητής Σπύρος Δοξιάδης (1917-1991), το 1990, εξέδωσε ένα μικρό αλλά ιδιαίτερα διαφωτιστικό, διδακτικό και ουσιώδες βιβλίο με τίτλο «Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ». Σε αυτό παρουσιάζει και θέλει τον Ιατρό ως θεραπευτή, ως ερευνητή, ως παιδαγωγό και ως πνευματικό άνθρωπο. Επίσης στις γραμμές του βιβλίου ζητά, επιτακτικά, την δραστική μείωση του αριθμού των Ιατρών. Τότε αντιστοιχούσε ένας Ιατρός σε 280 κατοίκους. Σήμερα ή αναλογία έχει σχεδόν υποδιπλασιαστεί.
Στα χρόνια τις οικονομικής κρίσης ζήσαμε αυτό που όλοι γνωρίζουμε ως brain drain. Πρώτοι και καλύτεροι οι Ιατροί. Όσοι έφυγαν, που κατά τεκμήριο κατατάσσονται στην κατηγορία των αρίστων, σίγουρα έχουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και απολαμβάνουν πολύ υψηλότερες αποδοχές. Ο μεγάλος χαμένος είναι η πατρίδα μας που ξοδεύει πολλά για να επωφελούνται οι άλλοι.
Τελειώνοντας θα ήθελα συνοπτικά και επιγραμματικά να επισημάνω.
-Αναγκαία η γενναία υλική αμοιβή του Ιατρού που πρέπει όμως να είναι ανεκτή και συμβατή με τις κοινωνικές οικονομικές συνθήκες και κρατικές δυνατότητες.
–Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες οφείλουν να πληρώνουν τον Ιατρό.
-Μόνον μικρό μέρος των συνολικών δαπανών για την υγεία αντιστοιχεί στις αμοιβές των Ιατρών.
– Δεν μπορεί να νοηθεί Δημόσια Υγεία , χωρίς καλά οργανωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
-Η μη αξιολόγηση όλων και ο μη υπολογισμός Ιατρικού-Υγεινομικού κόστους και οφέλους, αποτελούν αιτίες υποβάθμισης και σπατάλης.
– Ορθολογική κατανομή ειδικοτήτων. Λιγότεροι και καλύτερα αμειβόμενοι Ιατροί.
Είναι απόλυτο λάθος να προσδοκά ένας γιατρός ότι, μέσα από την άσκηση της ιατρικής, θα μπορέσει να αποκτήσει ένα πλεούμενο σαν αυτό που βλέπετε στα ήσυχα νερά του κόλπου του Ναυαρίνου.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Δρ Γεώργιος Φ. Γκόνης
Χειρουργός-Υποστράτηγος (ΥΙ) ε.α.
- 2022.11.23
- Επιμέλεια Ανάρτησης : Τασιόπουλος Αργύρης
- Άρθρο μορφή PDF εδώ
One thought on “ΙΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΜΟΙΒΗ”
Comments are closed.