- – 2024.05.30
- – Λάμπρος Βαζαίος
Πλήν όλα, εκτός του ηλίου των, έδυσαν
Τα βουνά βλέπουν κατά τον Μαραθώνα
Και ο Μαραθών βλέπει κατά την θάλασσαν.
Εκεί ρεμβάζων μίαν ώραν μόνος
Ωνειρεύθην ότι η Ελλάς θα ημπορούσεν να είναι ακόμη ελευθέρα
Διότι επάνω εις τον Τύμβον των Περσών όπου ιστάμην
Δεν ημπορούσα να νομίζω τον εαυτόν μου δούλον.
Μην περιμένετε ελευθερίαν από τους Φράγκους
Έχουν βασιλέα όπου πωλεί και αγοράζει
Εις τα εντόπια στίφη εις τας εντοπίους φάλαγγας
Είναι η μόνη ελπίς της Ανδρείας σας
Αλλ’ η Τουρκική βία και ο Λατινικός δόλος
Θα θραύσει την ασπίδα σας όσον ευρεία και αν είναι.
Είναι εμφανής ο μόχθος του μεταφραστή να δαμάσει την τόσο ξένη γι’ αυτόν γλώσσα του ποιητή! Είναι όμως πολύ φανερή η συγκινησιακή φόρτιση και τελικά η συναισθηματική ταύτιση των δύο. Δεν αποφεύγει όμως τον πειρασμό του σχολιασμού ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ολοκληρώνοντας την μεταγραφή της μετάφρασης, μας τονίζει:
«Αι λέξεις αυταί δεν είναι ιστορικόν σύμβολον παραστατικόν της τύχης του πολυπαθούς Ελληνισμού; Πόσον ενδομύχως ησθάνετο και κατενόει ο μέγας Βρετανός την θέσιν της Ελλάδος, την τότε και την διαρκή και την παντοτεινήν; Και πόσο απέχομεν ημείς να την εννοήσομεν και να την αισθανθώμεν;»!
Όλα αυτά δια χειρός Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη!**
Και ο Μπάϋρον; Τελείωσε την θυελλώδη ζωή του στο Μεσολόγγι «θέλοντας να κάμει κάτι περισσότερον για την κοινωνία από το να γράφει στίχους!»
Πρόλαβε να μιλήσει όμως…..
Μίλησε πικρά για την Τουρκική βία και τον Λατινικό δόλο!
Η μετάβαση της νεοελληνικής ποίησης από την «λογία καθαρεύουσα» και την αρχαΐζουσα συγγένισσα της, στην Δημοτική άρχισε δειλά-δειλά με την εγκατάσταση του Ελεύθερου Ελληνικού Κράτους. Το δημοτικό τραγούδι λειτουργώντας ως σταθερή αξία, είχε προετοιμάσει ομαλή πορεία. Η πρώτη φάση της μετάβασης δεν ήταν εύκολη και χρειάστηκε καιρός και αγώνες για να εδραιωθεί η παρουσία του ελεύθερου στίχου στον χώρο που κυριαρχούσε μέχρι τότε ο έμμετρος στίχος και λόγος στην λόγια καθαρεύουσα.
Ο Αργύρης Εφταλιώτης (Κλεάνθης Μιχαηλίδης) νεότατος το 1870 από το Μάντσεστερ όπου εργαζόταν, δημοσίευσε στο λογοτεχνικό περιοδικό της Αθήνας «Εθνική Βιβλιοθήκη» μετάφραση του ποιήματος του Λόρδου Μπάϋρον. Ήταν η πρώτη εμφάνιση του ποιητικού ταλέντου του Εφταλιώτη την εποχή μάλιστα που η μετάβαση του ποιητικού λόγου από την καθαρεύουσα στην Δημοτική βρισκόταν στην πρώτη της φάση.
Έχοντας ήδη περάσει, μαζί με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, το δύσκολο μονοπάτι της απόδοσης στην γλώσσα μας του ποιήματος του Μπάϋρον, ας προσπαθήσουμε να διακρίνουμε το άλλο πρόσωπο, την γραφή του Εφταλιώτη. Δεν θα επιχειρήσω να συγκρίνω τις δύο γραφές, θα τις βάλω δίπλα-δίπλα για να ολοκληρώσω την εικόνα της ενιαίας γλώσσας, του πλούτου της.
Απ’τους Φράγγους τους ψεύτες λευθεριά μη ζητάτε
Πονηροί βασιλιάδες κυβερνούν τη Φραγκιά
Π’ τα δικά σας χέρια λευτεριά καρτεράτε!
Αν σε δύναμη Τούρκου και Λατίνου ψευτιά
Αφεθείτε, θα σπάσει η ασπίδα σας τότες
Και οι μέρες σας θάναι πλειό πικρές απ’τις πρώτες.
Δημοτική γλώσσα με στέρεη βάση την ντοπιολαλιά της Λέσβου, της πατρίδας του βάζει ο Εφταλιώτης για να ζωντανέψει την απόδοση των στίχων στην γλώσσα μας. Αυτά το 1870.
Η τελική όμως μορφή της μετάφρασης δημοσιεύτηκε το 1890 επιβεβαιώνοντας το ταλέντο του Εφταλιώτη που είχε όμως στραφεί οριστικά πλέον στην πεζογραφία. Έχουμε τώρα την ευκαιρία να βάλουμε δίπλα στην μετάφραση του Παπαδιαμάντη, την πρώτη γραφή του Εφταλιώτη και την τελική απόδοση στην τρέχουσα πλέον Δημοτική από τον ίδιο, των στίχων του Λόρδου Μπάϋρον.
Απ’ τους άπιστους Φράγκους λευτεριά μη ζητάτε!
Εκεί ζουν ηγεμόνες που πουλούν κι’αγοράζουν.
Με δικό σας τουφέκι και σπαθί πολεμάτε!
Αυτού θα βρείτ’ ελπίδα κι’ότι θέλουν ας τάζουν
Ζυγός Τούρκου με Φράγκου πονηριά σαν ταιριάσουν
Την ασπίδα όσο νάναι δυνατή, θα την σπάσουν!
Τρείς μεταφραστικές εκδοχές της ίδιας στροφής του ποιήματος, που απετέλεσε την υψηλότερη έκφραση του Ευρωπαϊκού Φιλελληνικού πνεύματος για τον Αγώνα, δοσμένες από δύο κορυφαίους πεζογράφους, που θέλησαν να αναμετρηθούν με την ποίηση κορυφαίου ποιητή! Είναι από τις στιγμές που δεν υπάρχουν συγκρίσεις, δεν μπορούν να γίνουν συγκρίσεις. Διαβάζοντας τις στροφές αυτές την μία δίπλα στην άλλη, νιώθουμε πως είναι η ώρα να δεχθούμε χωρίς επιφύλαξη τον πλούτο που ντύνει κάθε τι που είναι φτιαγμένο με λέξεις Ελληνικές!
Δεν είχε τελειώσει ακόμη ο 19ος αιώνας και ο Ησυχασμός, η διανόηση που τον υπηρετούσε και η γραμματεία του, προσπαθούσαν να εμψυχώσουν όσους κρατούσαν ακόμη αναμμένο το ταπεινό πλέον λυχνάρι της αντίθεσης Ανατολής και Δύσης. Η διαφορά στην ισχύ και η έκταση της επιρροής της Δύσης, ή έστω σε ό,τι ορίζεται έτσι, ήταν πλέον αβυσσαλέα. Ο Διαφωτισμός, η βιομηχανική επανάσταση, τα άλματα που αντικατέστησαν τα βήματα στις επιστήμες και τα γράμματα, δεν άφησαν σχεδόν καθόλου ελεύθερο ζωτικό χώρο. Όσοι από τους μαθητές του Γρηγορίου του Παλαμά και του Αθανασίου του Πάριου, όπως ήταν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το έκαναν και το μπόρεσαν, αυτοί στάθηκαν σταθερά αρνητικοί στα ήθη της Λατινικής Δύσης, τουλάχιστον σ’αυτά. Ήταν θρήσκοι με την λαϊκή έννοια του όρου, αυστηρά ευσεβείς και πιστοί. Ήταν πεπεισμένοι, ταπεινοί με την πενία, την υλική πενία παρούσα πάντα στην ζωή, στον βίο τους.
Αυτός ήταν ο πνευματικός χώρος του μονήρους Σκιαθίτη. Πολύ νωρίς είχε με σαφήνεια ορίσει την θρησκευτική και την όλη τελικά θέση του:
« Η ατομική βούληση του ανθρώπου μένει ελευθέρα και ανεξάρτητος από της θείας βουλήσεως. Όπως έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον απαρχής λογικόν και ελεύθερον, ούτω μέχρι τέλους καταλείπει αυτόν λογικόν και ελεύθερον».
Η βαθιά όμως γνώση της Δυτικής Λογοτεχνίας και ο σεβασμός που είχε για τους δημιουργούς, τον προφύλαξαν από ακρότητες και άκριτες μισαλλοδοξίες. Διδάχθηκε από τον Σωκράτη «να μετέχει της ουσίας του αληθούς και να μεταδίδει αυτήν εις πάντας».
Η «συνάντηση» με τον λόρδο Μπάϋρον, ήρθε σε στιγμή που ο Παπαδιαμάντης είχε αποκρυσταλλώσει θέσεις και απόψεις για όσα γινόταν γύρω του, στην κοινωνία, στην πατρίδα του. Αυτοί οι τόσο διαφορετικοί άνθρωποι, ο Άγγλος αριστοκράτης ο ποιητής με τον θορυβώδη και δύσκολο βίο και ο πάμπτωχος Σκιαθίτης λόγιος, είχαν τελικά την ίδια αγωνία για την μοίρα της Ελλάδας! Συναντήθηκαν σε κάτι ελεγειακό, σε κάτι καθόλου ηρωικό. Μίλησαν για τα νησιά της Ελλάδας, για την μοίρα της. Ο υπαινικτικός Αλέξανδρος αγωνίζεται με τον μόχθο του μεταφραστή, με το λεξικό στο χέρι, να βρει το δρόμο που τράβηξε το πνεύμα του ποιητή όπως ο ίδιος μας σημειώνει. Τον ένιωσε όμως τόσο, τον κατανόησε τόσο, που του επιδαψιλεύει έπαινο, τον κότινο του Έλληνα του ΙΘ΄ αιώνα! Κατάλαβε πως ο ποιητής ένωσε την προσωπική του αγωνία, την αγωνία του κατατρεγμένου της μοίρας όπως ο ίδιος, με τον σπαραγμό του κουρελιασμένου και διαλυμένου Έθνους.
Οι στίχοι του Μπάϋρον όμως έπρεπε να βρουν την επίσημη στιγμή τους, τον ταιριαστό τρόπο μεταφοράς τους στην Ελληνική γλώσσα για να πάρουν την θέση τους στην Ιστορία. Τα Ελληνικά του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, όπως φαίνεται, κατάφεραν να δώσουν χρώμα και αισθήσεις στους στίχους του κυνηγημένου από την μοίρα και τα φαντάσματα του βίου του ποιητή:
Αφιερώνεται στον Η.Χ.Παπαδημητρακόπουλο τον καλό φίλο που μας έκανε να αγαπήσουμε τον Παπαδιαμάντη.
Λάμπρος Βαζαίος
Το άρθρο περιλαμβάνεται στο 3ο βιβλίο του Λάμπρου Βαζαίου “Ασυνήθιστες ημέρες – Απόκρημνα Χρόνια”
Επιμέλεια ανάρτησης
Αργύρης Τασιόπουλος