- – 2023.10.18
- – ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΑΖΑΙΟΣ
- – ΒΙΩΜΑΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ ΕΕΥΕΔ
Ο Γιώργος Σεφέρης το 1964, τότε με το Νόμπελ, μίλησε στο Αμφιθέατρο του Κεντρικού Κτιρίου του Πανεπιστήμιου της Θεσσαλονίκης του Αριστοτέλειου, εκεί που στο υπέρθυρο γράφει «Μούσαις χάρισι θύε»!
Πήγαμε όλοι εκείνο το πρωϊ, στριμωχτήκαμε και τον ακούσαμε, με μεγάλη προσοχή, όπως ταίριαζε στον θαυμασμό και τον σεβασμό που νιώθαμε για τον ομιλητή. Η πρωτόγνωρη για μας και τον χώρο ησυχία, κράτησε μέχρι το τέλος και ήταν τέτοια που το ζωηρό χειροκρότημα ήταν σαν να μην την άγγιξε.
Βαρύς και αγέλαστος ο ποιητής στο βήμα, με απώθησε από την αρχή, δείχνοντας (χωρίς ίσως να το θέλει) ότι μου έκανε παραχώρηση ή ότι όλη η υπόθεση ήταν αγγαρεία γι’αυτόν! Δεν θυμάμαι πια τον λόγο του, θυμάμαι μόνο πως όλους μας άγγιξε. Όλοι όσοι τον είχαμε ακολουθήσει διαβάζοντας τον και κυρίως ακούγοντας τα πρώτα ποιήματα του μελοποιημένα από τον Μίκη, χαρήκαμε την ζωντανή παρουσία ως ομιλητή πια. Δεν ήταν μικρό πράγμα ένα Ελληνικό Νόμπελ στο βήμα! Μέχρι εκεί όμως. Κάτι άρχισε να με χαλάει, και οι διπλανοί μου όπως φάνηκε με κάτι τέτοιο παιδευόντουσαν εκείνη την ώρα. Τον χειροκροτήσαμε στο τέλος ζωηρά, με αμφίσημη όμως διάθεση οι πιο πολλοί.
Βρεθήκαμε συμπτωματικά δίπλα-δίπλα στην έξοδο ο ποιητής και εγώ, μετά το τέλος της τελετής. Εκείνος άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά τετράγωνος, μουτρωμένος, μάλλον δυσκίνητος στο μπράτσο της Μαρώς (φωτ) και δεν απάντησε σε κανένα χαιρετισμό ούτε με νεύμα, ούτε ακόμη με μορφασμό.
Ο γνωστός σε όλους μας, συμπαθέστατος κουλουρτζής της εισόδου του κτιρίου, είχε την «έμπνευση» να του προτείνει, να του προσφέρει μάλλον, ένα κουλούρι. Ήμουν ακριβώς δίπλα του και κοντοστάθηκα παρατηρώντας την ενοχλημένη έκφραση άρνησης στο πλατύ, μάλλον πλαδαρό πρόσωπο του Σεφέρη, με τα χοντρά γυαλιά. Λίγη ώρα πριν, το Πανεπιστήμιο τον είχε τιμήσει επίσημα για το Νόμπελ, για το έργο του!
Προχώρησε ο ποιητής, κατέβηκε αμίλητος τα υπόλοιπα σκαλιά, προχωρήσαμε και εμείς όλοι, αμίλητος και ανέκφραστος εκείνος , μπήκε με την Μαρώ στο αυτοκίνητο που τον περίμενε. Εμείς σκορπίσαμε στα αμφιθέατρα και τα εργαστήρια και μοναχά ο κουλουρτζής έμεινε στο πόστο του για να πουλήσει τα τελευταία κουλούρια της ημέρας!
*Αυτά γίνανε μια μέρα του 1964 στην Θεσσαλονίκη!
Το κείμενο στάλθηκε από το Μέλος της ΕΕΥΕΔ κ. Λάμπρο Βαζαίο με αφορμή την συμπλήρωση 60 ετών από την απονομή του ΝΟΜΠΕΛ στον Γιώργο Σεφέρη. Οι φωτογραφίες προστέθηκαν από την ΕΕΥΕΔ.
Διαθέσιμο σε μορφή pdf , εδώ
Επιμέλεια ανάρτησης : Αργύρης Τασιόπουλος