- – 2023.03.24
- – Αρθρο Ι.Δώδου και Α. Διαμαντή
- – Η Ιατρική στην στη Συγχρονη Ιατρική Ιστορία
ΥΓΕΙΑ & ΝΑΥΤΙΚΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ-ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ & ΜΕΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
(από τον ξεσηκωμό μέχρι τον Όθωνα Σωνιέρο)
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΊΑΣ και τους προεπαναστατικούς χρόνους, με την προτροπή των μεγάλων δασκάλων του Γένους, ένας σημαντικός αριθμός ελληνοπαίδων σπούδαζε την ιατρική επιστήμη σε πανεπιστήμια της Ευρώπης. Αυτή η κλίση στις ιατρικές σπουδές πήγαζε από το γεγονός, ότι αφενός μεν υπήρχε ιδιαίτερη εκτίμηση του πληθυσμού προς τους γιατρούς, αφετέρου δε ο τούρκος κατακτητής έτρεφε μεγάλο σεβασμό προς αυτούς, μια και ο ίδιος στερούνταν, σχεδόν τελείως, επιστημόνων ιατρών. Αυτό επέτρεπε στους γιατρούς να εργάζονται ελεύθεροι και να καταλαμβάνουν διακεκριμένες θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παρά την ύπαρξη επιστημόνων ιατρών, αλλά και εμπειρικών, οι οποίοι με τις δικές τους γνώσεις συνέβαλαν στην περίθαλψη των ασθενών και τραυματιών, δεν υπήρχαν, ιδιαίτερα, οργανωμένες υγειονομικές υπηρεσίες, μέχρι την Επανάσταση του 1821, ούτε στην ξηρά ούτε και στη θάλασσα. Η μοναδική, ίσως, υγειονομική υπηρεσία, που ήταν επαρκώς οργανωμένη πολύ πριν τον Αγώνα, ήταν τα λοιμοκαθαρτήρια, γνωστά ως «λαζαρέτα». Αυτά ήταν εγκατεστημένα, κυρίως, σε ερημικές περιοχές και βρίσκονταν υπό την εποπτεία του «καραντίνατζη». Ετσι, κάθε πλοίο, που προήρχετο από μέρη, στα οποία υπήρχε υπόνοια πανώλους ή άλλων επιδημικών νόσων, έμπαινε σε «καραντίνα», δηλαδή σε διαδικασία κάθαρσης. Σε πολλά νησιά, όπως στην Υδρα, στις Σπέτσες, στα Ψαρά, στη Ρόδο, στη Σύρο, στη Χίο, στο Καστελλόριζο και στα Ιόνια λειτουργούσαν οργανωμένα λοιμοκαθαρτήρια.
Η συμβολή των γιατρών στη διαφώτιση του υπόδουλου έθνους και στην προετοιμασία της Εθνικής Παλιγγενεσίας υπήρξε καθοριστική. Με την κήρυξη της Επανάστασης, εκτός των προ αναφερθέντων δεν φαίνεται να υφίσταται οργανωμένη υγειονομική υπηρεσία, παρά μόνον η δημιουργία πρόσκαιρων νοσοκομειακών καταυλισμών και η επάνδρωση των ελληνικών στρατευμάτων, από επιστήμονες και εμπειρικούς ιατρούς για τις ανάγκες του πολέμου. Προϊούσης όμως της Επανάστασης, το μεγάλο φιλελληνικό ρεύμα προσέλκυσε αρκετούς ξένους επιστήμονες ιατρούς, οι οποίοι πρόσφεραν ύψιστες υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του αγώνα, αλλά και μετά την απελευθέρωση. Ένα από τα πιο δυνατά παραδείγματα αυτού του κύματος του φιλελληνισμού είναι η κάθοδος και εγκατάσταση του γερμανού γιατρού Εμπλερ στην Ύδρα, ύστερα από πρόσκληση των Υδραίων το 1822
Η υγειονομική υπηρεσία στον τρινήσιο στόλο (Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά), κατά την πρώτη, τουλάχιστον, τετραετία από την κήρυξη της Επανάστασης, φαίνεται να είναι ανοργάνωτη. Όπως προκύπτει από μαρτυρίες που διασώθηκαν, δεν είχε ληφθεί πρόνοια να επιβαίνει του Στόλου ένας, τουλάχιστον, «ιατροχειρουργός», με αποτέλεσμα οι τραυματίες και ασθενείς να μεταφέρονται στην ξηρά με ειδικά αποσπώμενα για το σκοπό αυτόν πολεμικά πλοία, όπου τους παρείχαν περίθαλψη και νοσηλεία. Μπορεί κανείς, εύκολα, να αναλογισθεί τι σημαίνει αυτό!
Από το 1826, όμως, τα πράγματα αλλάζουν, κατανοώντας την ανάγκη παρουσίας στον Στόλο επιστημόνων ιατροχειρουργών. Έτσι, στη ναυαρχίδα του Ελληνικού Στόλου, που επιβαίνει ο Ανδρέας Μιαούλης, υπηρετεί ο φιλέλληνας γιατρός Dominique di Feo. Στο πλοίο του Γεωργίου Σαχτούρη «ΑΘΗΝΑ», κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας Κάβο-Παπά το 1826 στο ακρωτήριο του Αράξου, επιβαίνει ιατρός αγνώστων στοιχείων.
Στις αρχές του 1825 ο αμερικανός φιλέλληνας ιατρός Σ. Χάου (Samuel Howe) έρχεται στην Ελλάδα από τη Βοστώνη με σκοπό να προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες του στον Αγώνα του ξεσηκωμένου Γένους. Η δράση του είναι συνυφασμένη με την ιατρική αλλά και οικονομική βοήθεια προς τον λιμοκτονούντα ελληνικό λαό. Την ίδια χρονιά διορίζεται Αρχίατρος του Ελληνικού Στόλου και αναλαμβάνει Διευθυντής του νοσοκομείου του Ναυπλίου. Η επιθυμία του, όμως, για ουσιαστική δράση τον κάνει να εγκαταλείψει την ασφαλή θέση του νοσοκομείου και να αναλάβει στα τέλη του 1826 καθήκοντα Υγειονομικού Διευθυντή του Ελληνικού Ναυτικού. Μετά από επιθυμία του Μαυροκορδάτου και του Αστιγγα, ο Χάου διορίζεται Αρχιχειρουργός του Στόλου και αναλαμβάνει την οργάνωση της υγειονομικής υπηρεσίας του Ναυτικού, επιβαίνοντας στο ατμοκίνητο πλοίο «ΚΑΡΤΕΡΙΑ», στο οποίο προηγουμένως είχε υπηρετήσει, ως Αρχίατρος, ο γερμανός φιλέλληνας Ε. Τράϊμπερ.
Μετά την «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» ο Ε. Τράϊμπερ (Treiber) υπηρέτησε στο στρατό ξηράς, όπου ακολούθησε λαμπρή καριέρα, οργανώνοντας την υγειονομική υπηρεσία του Ελληνικού Στρατού. Στην «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» υπηρέτησε και ο Άγγλος γιατρός J. Quail το 1828 μετά τον Χάου. Αλλοι διαπρεπείς φιλέλληνες γιατροί, οι οποίοι προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον Αγώνα, από τις τάξεις του Ναυτικού, ήταν ο Ελβετός γιατρός Α. Γκος (A. Gosse), ο οποίος ερχόμενος το 1827 στην Ελλάδα ίδρυσε φαρμακείο στον Ναύσταθμο του Πόρου και διατέλεσε μέχρι την άνοιξη του 1829 γενικός επιμελητής του Ελληνικού Στόλου, παράλληλα με τα ιατρικά του καθήκοντα, άλλοτε ως χειρουργού και άλλοτε ως παθολόγου ή φαρμακοποιού επικουρούμενος από τον Γάλλο γιατρό Bailly, ο οποίος συμμετείχε και στη Ναυτική Επιτροπή που συστάθηκε στον Πόρο καθώς και ο Αμερικανός γιατρός J. Russ, ο οποίος ίδρυσε και διηύθυνε Ναυτικό Νοσοκομείο στον Πόρο.
Το 1827, ιατρός του Ναυάρχου Κόχραν στο πολεμικό πλοίο «ΕΛΛΑΣ» υπηρετεί ο Άγγλος γιατρός Johnson μαζί με τον συμπατριώτη του Η. Brandfield. Ο τελευταίος το 1828 επιβαίνει ως ιατρός στο πολεμικό πλοίο «ΣΩΤΗΡ». Η εντιμότητά του και το ριψοκίνδυνο του χαρακτήρα του, σε συνδυασμό με τον εκπληκτικό ενθουσιασμό και τη μεγάλη του αφοσίωση στο καθήκον, δικαιολογούν απόλυτα τον χαρακτηρισμό, που του είχαν αποδώσει «Doctor partout», δηλαδή «ιατρός πανταχού παρών». Τέλος ο Σκωτσέζος ιατρός Α. Bronthron φέρεται να υπηρετεί στην κορβέτα «ΥΔΡΑ» από τον Οκτώβριο του 1827 μέχρι το τέλος του Απριλίου του 1828.
Με αφορμή επιδημία τύφου, η οποία είχε ενσκήψει στο Ναύσταθμο του Πόρου και λόγω έλλειψης ιατρικού προσωπικού, δοθέντος ότι ο ιατροχειρουργός Κ. Πάρογλου εκτός των καθηκόντων του στο Ναύσταθμο υπηρετούσε και στη φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ» και αποπλέοντος του Στόλου έμενε ο Ναύσταθμος χωρίς γιατρό, δημιουργήθηκε επιτακτική ανάγκη διορισμού στο Ναύσταθμο και άλλου γιατρού, του ιατροχειρουργού Ι. Πρασακάκη. Οι δύο αυτοί γιατροί είναι οι πρώτοι Ελληνες γιατροί του Πολεμικού Ναυτικού στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος.
Το 1831, στο Ναύσταθμο του Πόρου φέρεται να υπηρετούν οι ιατροχειρουργοί Π. Μουσούρης και Α. Λοβέρδος, ενώ στο Στόλο, στην κορβέτα «ΥΔΡΑ» επιβαίνει ο ιατροχειρουργός Κ. Μαρδούκας.
Το 1833, σε κατάσταση των κατά θάλασσα αγωνιστών που συνέταξε επιτροπή υπό την προεδρεία του Ναυάρχου Α. Μιαούλη, περιλαμβάνονται και πέντε ιατροχειρουργοί, οι Χ. Σεραϊτόπουλος, Ν. Μαυρουδής, Χ. Ευσταθίου, Ι. Χρυσοβελώνης (τραυματίστηκε θανάσιμα κατά τη διάρκεια αποβατικής επιχείρησης στα νησιά των Σποράδων) και ο αγνώστου επωνύμου ιατροχειρουργός Αντώνιος.
Το 1834 διορίζεται στο Ναυτικό ο γιατρός Χ. Δροσινός με τον βαθμό του ιατρού α’ κλάσεως (που αντιστοιχεί στον σημερινό βαθμό του υποπλοιάρχου) και στη συνέχεια ο ιατρός β’ κλάσεως (ανθυποπλοίαρχος) Ι. Κόρκος ή Κύρκος στην κορβέτα «ΑΜΑΛΙΑ». Την ίδια χρονιά ο Ελβετός γιατρός Ντυμόν (H. Dumont) διορίζεται Διευθυντής του Ναυτικού Νοσοκομείου του Πόρου και ο Γάλλος γιατρός Πικέλ (Pickel) Διευθυντής του Φαρμακείου στο ίδιο νοσοκομείο.
Το 1836 τη διεύθυνση του νοσοκομείου του Πόρου αναλαμβάνει ο Γάλλος γιατρός Μπεναρντί (S. Berardi) ο οποίος προσέφερε τις υπηρεσίες του από την αρχή του Αγώνα και εμφανίζεται να υπηρετεί στη Ναυτική Υπηρεσία και ο Γάλλος ιατροχειρουργός Πετόν (Peton).
Με τον εκσυγχρονισμό του Ναυτικού με την προσθήκη συγχρόνων πολεμικών μονάδων, λήφθηκε μέριμνα για την καλύτερη οργάνωση της Υγειονομικής Υπηρεσίας. Το 1846 κατατάσσεται απευθείας στο Ναυτικό ο επίατρος Κάρολος Ρεϊγχόλδος, προερχόμενος από το Αννόβερο της Γερμανίας, τοποθετηθείς στο πολεμικό πλοίο «ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ». Αυτός δια κρινόταν για τις διοικητικές του ικανότητες και την ευρεία επιστημονική του μόρφωση και μετά τον θάνατό του, το 1876, δόθηκε προς τιμή του σε ένα θάλαμο του Ναυτικού Νοσοκομείου Σαλαμίνος το όνομά του. Στη συνέχεια, το 1858 και 1862, κατατάσσονται οι γιατροί Σ. Χοϊδάς και Γ. Λαγουδάκης, αντίστοιχα. Ο μεν πρώτος αποστρατεύθηκε νωρίς για να ασχοληθεί με την πολιτική, ενώ ο άλλος διένυσε την ιεραρχία και απεβίωσε το 1898, κατέχοντας το βαθμό του ανωτέρου Αρχιάτρου.
Το 1867 κατατάσσεται ο γιατρός Όθων Σωνιέρος, ο οποίος είναι και ο ουσιαστικός ιδρυτής του Ναυτικού Νοσοκομείου και του Ναυστάθμου της Σαλαμίνας. Αυτός μαζί με τον Κ. Ρεϊγχόλδο είναι οι πλέον επιφανείς και διακεκριμένοι γιατροί του Ναυτικού.
Ο Όθων Σωνιέρος, με λαμπρές σπουδές στη Γαλλία για με γάλο χρονικό διάστημα, σταδιοδρόμησε μέχρι του βαθμού του Αρχιάτρου και πέθανε το 1891, δωρίζοντας τη βιβλιοθήκη του στο Ναυτικό Νοσοκομείο της Σαλαμίνας, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Προς τιμή του σε ένα από τους θαλάμους του νοσοκομείου δόθηκε το όνομά του.
Από το Λεύκωμα “3000 χρόνια Ελληνική Ναυτική Ιατρική” Εκδοση Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Αθήνα 2000)
Άρθρο από το βιβλίο “Η Ιατρική στην Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία” της Εταιρίας Μελέτης της Ελληνικής Ιστορίας.
Επιμέλεια ανάρτησης – προσθήκη φωτογραφιών από Τασιόπουλο Αργύρη